Άγγελος Σικελιανός
(1884 - 1951
Σε πολλά ποιήματα του Σικελιανού η παράδοση και τα επιτεύγματα του παρελθόντος σμίγουν με την παρούσα ζωή και «με όλες τις ανάσες της ελληνικής γης» (Σεφέρης, Δοκιμές, σελ. 96). Ζούσε με τόση οικειότητα την ελληνική φύση, που την άγγιζε - βουνά, μάρμαρα, ακρογιάλια- όπως ένας βοσκός αγγίζει τα γνώριμα αντικείμενα της καλύβας του. Αυτή την αίσθηση μας δίνει και στο σονέτο του Στον Ακροκόρινθο.
Πυρώνοντας το βράχο. Κι ευωδάτη
Φυκιού πνοή, απ’ το πέλαο, είχε αρχίσει
Να μεθά το λιγνό βαρβάτο μου άτι…
Αφροί στο χαλινάρι κι απ’ το μάτι
Τα’ ασπράδι όλο φαινόταν και να λύσει
Τη φούχτα μου, απ’ τα γκέμια του γεμάτη,
Πάλευε προς τα πλάτη* να χιμήσει…
Ήτανε η ώρα; Ήταν τα πλήθιαμύρια;
Ήταν βαθιά του πελάγου η αρμύρα;
η αναπνοή η απόμακρη του δάσου;
Α! λίγο ακόμα αν κράταε το μελτέμι,
Ήξερα εγώ πως σφίγγεται το γκέμι
Και τα πλευρά του μυθικού Πηγάσου*!
Άγγελος Σικελιανός
.................................................................................................................................................
* Πήγασος: φτερωτό άλογο του Βελλεροφόντη. Σύμφωνα με τους μεταγενέστερους μύθους ήταν το άλογο που μετέφερε τους ποιητές ψηλά πάνω από τη γη. Συμβολίζει δηλαδή την ποιητική έμπνευση.
(από το βιβλίο «ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ»
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ - ΑΘΗΝΑ 1991)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου