Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2019

Η κόρη της Λήμνου






       ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ  ΑΝΔΡΕΟΥ

Νομικός, Πρώην Πρόεδρος της ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ και νυν Μέλος του Δ. Σ.., Ποιητής - Συγγραφέας - Κριτικός Λογοτεχνίας



ΜΑΡΟΥΛΑ ΤΗΣ ΛΗΜΝΟΥ (1478 μ.Χ.) 
(Η κόρη που τσάκισε την τούρκικη αρμάδα) 

Γράφει ο Αυγερινός  Ανδρέου

Στα 1460 μ.Χ., 7 χρόνια μετά την άλωση της Πόλης, γεννιέται στο φρούριο του Κότσινα στην Ανατολική Λήμνο η κόρη του Ισαακίου Κομνηνού, Άρχοντα του Φρουρίου. Η Λήμνος ήταν ακόμη ελεύθερη και κατείχετο από τους Βενετούς. Το όνομά της Μαρία και χαϊδευτικά Μαρούλα. Η κόρη μεγαλώνει σε περιβάλλον ελευθερίας και πατριωτισμού, δημιουργίας και ψυχικής ανάτασης. Ήταν τυχερή γιατί σε ηλικία 12 ετών ο πατέρας της προσέλαβε ως δάσκαλό της τον λόγιο Πορφύριο Νοταρά, που έφθασε στο νησί. 

Η πανωραία στην όψη και γλυκύτατη στην ψυχή Μαρούλα προσλαμβάνει γνώση και γνώσεις γεωγραφίας, μαθηματικών, ιστορίας και λαογραφίας. Η βάρβαρη ασιατική μπότα των Οθωμανών Τούρκων πατάει όλα τα Βαλκάνια, όλα τα ελλαδικά μέρη και τόπους, έχει αλώσει και κουρσέψει την Πόλη, την Ιωνία και τα περισσότερα νησιά του Αρχιπελάγους. Οι Τούρκοι πήραν απόφαση να αλώσουν και να κουρσέψουν την ελεύθερη ως τότε Λήμνο. Η σκιά της μαύρης σκλαβιάς απλώνεται πάνω από το νησί του Ηφαίστου. Έρχονται οι Τούρκοι! Αρχηγός της τούρκικης αρμάδας ο Σουλεϊμάν πασάς. Στις 21 Μαϊου του 1478 φθάνουν στο νησί, στο Φρούριο του Κότσινα. 

Η κόρη της Λήμνου, η Μαρούλα δηλαδή είναι μόλις 18 ετών. Οι Έλληνες υπερασπιστές της Λήμνου και οι Βενετοί πανέτοιμοι με ακονισμένα τα ξίφη τους να αποκρούσουν την άδικη επίθεση των βαρβάρων. Την ύστατη στιγμή κάνουν κοινή προσευχή στο Θεό να τους δώσει δύναμη κι αρπάζουν τα ξίφη. Ο πατέρας της Μαρούλας, ο Ισαάκιος Κομνηνός, πρωτοκαστελλάνος, περιδιαβαίνει τα τείχη, ως άλλος Κων/νος Παλαιολόγος, και εμψυχώνει τους μαχητές. Η μάχη άνιση. Οι σκάλες των Τούρκων γανζτώνονται πάνω στα τείχη, σκαρφαλώνουν αυτοί σαν αίλουροι και τα τείχη γεμίζουν με τους Οθωμανούς με τους αλυσιδωτούς θώρακες και τα θεόρατα ξίφη. Αίματα χύνονται παντού και οι κραυγές της αγωνίας και του θανάτου απλώνονται ως τα ουράνια. Οι Τούρκοι κυκλώνουν τον αρχηγό των Ελλήνων, τον Ισαάκιο Κομνηνό, και ένας απ' αυτούς του παίρνει το κεφάλι. 

Το ηθικό των υπερασπιστών των τειχών κλονίζεται βλέποντας το χαμό του φυσικού τους ηγέτη. Αρχίζει η άτακτη υποχώρηση. Η Μαρούλα ήταν παρούσα στη μάχη και στον θάνατο του πατέρα της. Χωρίς καμία σκέψη ζώνεται τ' άρματά του. Παίρνει το ματωμένο ξίφος του κι ορμάει με ορμή και μένος κατά των εισβολέων Τούρκων. Οι Έλληνες παίρνουν θάρρος και την ακολουθούν. Η θρυλική Μαρούλα, ως άλλη Αμαζόνα, με δύναμη λες θεϊκή κατασφάζει τους εισβολείς. Εκατοντάδες πτώματα κείτονται στα τείχη, δημιουργώντας σωρούς. Τρέχουν οι Τούρκοι στα πλοία να βρουν σωτηρία, αλλά η Μαρούλα τους κυνηγάει κι εκεί! Σε λίγο παίρνουν τη στράτα της ντροπής, της επιστροφής στα Δαρδανέλλια. Το φρούριο σώζεται, όλοι ζητωκραυγάζουν και η Μαρούλα περνάει στο Πάνθεο των ηρώων του Ελληνισμού. 

Ο Ενετός ναύαρχος Λορεδανός, θαυμάσας τον ηρωισμό της Μαρούλας, πρότεινε σ' αυτήν να κάνει γάμο με έναν από τους άριστους αξιωματικούς του και να προικοδοτηθεί από την Βενετική Πολιτεία, αλλά η Μαρούλα απέρριψε ευσχήμως την τιμητική πρόταση, λέγοντας ότι θέλει η ίδια να επιλέξει αυτόν που θα του εμπιστευθεί την τιμή και την τύχη της. Άγνωστη παραμένει η τύχη της κόρης της Λήμνου, μετά την μετ' ου πολύ παραχώρηση της Λήμνου από τους Βενετούς στους Τούρκους με συνθήκη. Στη Λήμνο έχει στηθεί ένα άγαλμα της Μαρούλας, κρατούσης ξίφος. Ξένοι και Έλληνες λόγιοι ασχολήθηκαν με την ηρωίδα αυτή, η οποία, ωστόσο, παραμένει άγνωστη στους πολλούς. Ο Αριστομένης Προβελέγγιος έγραψε το γνωστό δράμα του “Η κόρη της Λήμνου”. Ένα δικό μας ποίημα με τον ίδιο τίτλο έχει ως εξής: 

Η κόρη της Λήμνου

“ Η μέρα η ξημερόφωτη στο πέλαγο εφάνη/
κι εφώτιζε κι ομόρφαινε του Ηφαίστου την πατρίδα./ 
Δροσιά ο αγέρας έφερνε απ' τα Πριγκηποννήσια,/ 
χαμόγελα απ’ το Βόσπορο απλώνονταν στα κάστρα,/ 
ύμνους παλιούς , δοξαστικούς και θρήνους απ’ την Πόλη/ 
π’ ακούγαν οι βιγλάτορες, της Λήμνου οι Καστελλάνοι/ 
κι έπαιρναν δύναμη πολλή και περισσό κουράγιο/ 
για να κρατούν τα κάστρα τους ελεύθερα απ’ τους Τούρκους./ 
Στα γαλανά, μυρόβλητα, τ’ άγια νερά του Αιγαίου/ 
περήφανη αρμένιζε η Τούρκικη αρμάδα/ 
με τις γαλέρες τις ψηλές , μπρίκια και τρεχαντήρια/ 
και στα ’μορφα κατάρτια τους φλάμπουρα και σημαίες
που ’ χε σκοπό κι απόφαση τη Λήμνο να κουρσέψει,
με τα γερά καστέλλια της και τ’ άπαρτα τα κάστρα,
με τα πολλά τα’ αρχοντικά και το μεγάλο πλούτο.
Σαν κύματα σκαρφάλωναν και ζώνανε το Κάστρο
και θέριζαν τους καστρινούς , σφάζαν τους Καστελλάνους.
Και σαν η πύλη η ψηλή άνοιξε κι ετσακίσθη
κι ο τελευταίος μαχητής πέφτει νεκρός κοντά της,
εχάθηκε για τους Λημνιούς κι η τελευταία ελπίδα
και ντροπιασμένοι υποχωρούν κι η Λήμνος θα τουρκέψει.
Και ξάφνου τότε εφάνηκε, την ύστατη την ώρα,
αρχοντοπούλα λυγερή, η όμορφη Μαρούλα,
κόρη του Γένους διαλεχτή, του Πλάστη ευλογημένη,
χαΐνισσα, ανυπόταχτη, καμάρι του Αιγαίου,
ηρωϊκή και θεϊκή, καινούρια Αμαζόνα
που ’ χε φωτιά στα στήθη της, σίδερο στην καρδιά της.
Δαυλό παίρνει στο χέρι της και στην ποδιά μπαρούτι.
Αρπάζει το χρυσό σπαθί το χιλιοματωμένο
απ’ το χέρι του πατέρα της του πρωτοκαστελλάνου
που πολεμούσε ηρωϊκά και δίπλα της ’σκοτώθη.
Με γρηγοράδα ελαφιού και ζαρκαδιού τρεχάλα
φτάνει στου Κάστρου τα ριζά, στην τσακισμένη πόρτα
κι ορμάει σαν τον Διγενή στα τούρκικα τ’ ασκέρια
σαν το γεράκι, τον αητό, λιοντάρι πληγωμένο.
Μαζί της επαλεύανε και λίγα παλικάρια 
που ’χαν γλιτώσει απ’ τη σφαγή, τα τούρκικα χατζάρια
και κυνηγήσαν τους εχθρούς μέχρι να μπουν στα πλοία
και πάρουνε το γυρισμό και της ντροπής τη στράτα”. 

Αυγερινός Ανδρέου

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου