ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
Ποιητής
[…] Δω πέρα η κάθε πόρτα έχει πελεκημένο ένα όνομα
κάπου από τρείς χιλιάδες τόσα χρόνια,
κάθε λιθάρι έχει ζωγραφισμένον έναν
άγιο μ’ άγρια
μάτια και μαλλιά σκοινένια,
κάθε άντρας έχει στο ζερβί του χέρι
χαραγμένη
βελονιά τη βελονιά μια κόκκινη
γοργόνα,
κάθε κοπέλα έχει μια φούχτα
αλατισμένο φως κά-
του απ’ τη φούστα της
και τα παιδιά έχουν πέντε – έξι σταυρουλάκια
πίκρα
πάνου στην καρδιά τους
σαν τα χνάρια από το βήμα των γλάρων
στην
αμμουδιά το απόγευμα.
Δε χρειάζεται να θυμηθείς. Το ξέρουμε.
Όλα τα μονοπάτια βγάζουνε στα
Ψηλαλώνια. Ο
αγέρας είναι αψύς κει πάνου.
Όταν ξεφτάει απόμακρα η μινωική
τοιχογραφία
της δύσης
και σβήνει η πυρκαϊά στον αχερώνα
της ακρογια-
λιάς,
ανηφορίζουν ως εδώ οι γριές απ’
τα σκαμμένα
στο βράχο σκαλοπάτια
κάθουνται στη Μεγάλη Πέτρα γνέθοντας
με τα
μάτια τη θάλασσα,
κάθουνται και μετράν τ’ αστέρια
ως να μετράνε
τα προγονικά ασημένια τους κουταλοπίρουνα
κι αργά κατηφοράνε να ταγίσουνε
τα εγγόνια τους
με το μεσολογγίτικο μπαρούτι. […]
Γιάννης Ρίτσος
.......................................................................................................................................
(Απόσπασμα
από το ποίημα «ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ ,
σελ.
13 – 14)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου